- αλφαβητικός
- alphabétique
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
αλφαβητικός — ή, ό επίρρ. ά τακτοποιημένος σύμφωνα με τη σειρά του αλφάβητου: Ο κατάλογος είναι αλφαβητικός κι εύκολα θα βρεις ό,τι θέλεις … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αλφαβητικός — ή, ό [αλφάβητος] 1. αυτός που έχει συνταχθεί με τη σειρά τών γραμμάτων τής αλφαβήτου 2. επίρρ. αλφαβητικώς και ά, με αλφαβητική σειρά … Dictionary of Greek
άλφα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 190 μ., 320 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γεροποτάμου. * * * το (Α ἄλφα) (άκλιτο) 1. το πρώτο γράμμα τού ελληνικού αλφαβήτου (Α, α) 2. φρ. «δεν ξέρει ούτε το… … Dictionary of Greek
βιβλιοθηκονομία — Έτσι ονομάζεται το επάγγελμα που έχει ως αντικείμενο την οργάνωση και τη διοίκηση των βιβλιοθηκών. Ο τομέας της οργάνωσης περιλαμβάνει την ίδρυση της βιβλιοθήκης, την απόκτηση βιβλίων, την εγγραφή τους στους καταλόγους και την τοποθέτησή τους… … Dictionary of Greek
κατάλογος — Πίνακας, καταγραφή, απαρίθμηση μιας κατηγορίας αντικειμένων, σύμφωνα με καθορισμένη σειρά, συνήθως αλφαβητική. Ο όρος κ. στην κλασική αρχαιότητα σήμαινε ακριβώς μια κατάσταση αντικειμένων ή προσώπων που είχε συνταχθεί με βάση μια συγκεκριμένη… … Dictionary of Greek
Γεωμέτρης ή Κυριώτης, Ιωάννης — (; – 989 μ.Χ.). Λόγιος και μαθηματικός. Σπούδασε μαθηματικά κοντά στον πατρίκιο Νικηφόρο. Διακρίθηκε ως λόγιος στις ημέρες των Βυζαντινών αυτοκρατόρων Νικηφόρου Φωκά, Ιωάννη Τσιμισκή και Βασίλειου του Βουλγαροκτόνου. Αρχικά είχε το αξίωμα του… … Dictionary of Greek